Η επιχειρηματίας πίσω από την ελληνική γραβάτα του κυρίου Μπαϊντεν-όπουλου
Από τη Μαρία Λεμονιά
Η γραβάτα με το ελληνικό οικόσημο στo dress code του σημερινού Πλανητάρχη και ο οίκος που λανσάρει γραβάτες για πάνω από ογδόντα χρόνια, κοσμώντας από jet setter και βασιλείς μέχρι αρχηγούς κρατών και πλανητάρχες
Ηταν το ενσταντανέ από την επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού στον Λευκό Οίκο που δύσκολα θα ξεχάσουμε. Η εικόνα του πλανητάρχη Τζο Μπάιντεν να εμφανίζεται στον Ελληνα πρωθυπουργό αλλά και στις τηλεοπτικές κάμερες, φορώντας μια γραβάτα που έφερε πάνω της την ελληνική σημαία.
Πρόκειται για ένα statement που έγραψε ιστορία καθώς δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ κάτι τέτοιο στη διαδρομή του Λευκού Οίκου. Η πρωτότυπη αυτή γραβάτα δεν ήταν μόνο ελληνικού θέματος αλλά και ελληνικής κατασκευής και έφερε την ένδειξη «made in Greece» στην ούγια της. Μαρτυρούσε δε, ότι ήταν μια δημιουργία του οίκου γραβατών «Pagoni».
Η ιδιοκτήτρια του οίκου Μαριάννα Παγώνη θυμάται: «Πριν από κάποια χρόνια μας επισκέφθηκε ο άλλοτε άνκορμαν και μετέπειτα Υφυπουργός Εξωτερικών Τέρενς Κουίκ προκειμένου να αγοράσει από εμάς μια γραβάτα. Επρόκειτο να συναντηθεί με τον Τζο Μπάιντεν που ήταν Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους, ο Αμερικανός πολιτικός ζήτησε από τον Κουίκ να του χαρίσει την γραβάτα με το επαναλαμβανόμενο μοτίβο της ελληνικής σημαίας. Ο κύριος Μπάιντεν διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με την ελληνική κοινότητα και τους πανίσχυρους Ελληνες επιχειρηματίες των ΗΠΑ γι΄ αυτό και κράτησε τη γραβάτα. Θυμάμαι ότι είχε πει: «Όχι μόνο θα την εντάξω στη συλλογή μου, αλλά και θα τη χρησιμοποιώ συχνά».
Το μικρό κατάστημα της οδού Βουκουρεστίου με τη μεγάλη ιστορία
Από έναν τόσο δα οίκο στην πλατεία Κολωνακίου, στους διασημότερους λαιμούς. Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι έκανε ειδική παραγγελία, η Σάρον Στόουν τις μάζευε για χάρη μιας συλλογής και ο Γιώργος Ζαμπέτας περνούσε πίσω από τον πάγκο για να τις πουλήσει. Οι γραβάτες made in Greece by Pagoni έχουν εδώ και 80 χρόνια την τιμητική τους. Οι γραβάτες του συγκεκριμένου οίκου είναι απόλυτα συνυφασμένες με ιστορικές στιγμές του τόπου μας.
«Όταν η Ελλάδα ανέλαβε την Προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επί πρωθυπουργίας Σημίτη, μας προτρέπουν από την εθιμοτυπία του Υπουργείου Εξωτερικών να τους σχεδιάσουμε ειδικά μαντήλια και γραβάτες. Σχεδιάσαμε μπλε-σιέλ γραβάτες που είχαν πάνω του τυπωμένα άσπρα μικρά περιστέρια. Κάποια ημέρα χτυπάει το τηλέφωνο και είναι από το υπουργείο. «Κυρία Παγώνη, μου λέει κάποιος υπάλληλος, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι θέλει να σας παραγγείλει τρεις από τις συγκεκριμένες γραβάτες και τρία μαντήλια. Οι δημιουργίες σας ενθουσίασαν τη σύζυγό του. Αργότερα έμαθα ότι το ίδιο καλοκαίρι κάλεσε στο σκάφος της τον Armani και τον Valentino για τους τις προσφέρει. «Για να δείτε τι γούστο διαθέτουν οι Έλληνες!» τους είπε.
Αυτή δεν είναι η μοναδική φορά που κάποιος αρχηγός κράτους έδειξε γοητευμένος με τις δημιουργίες μας. Επί Προεδρίας Ζισκάρ Ντ Εστέν ο Ευάγγελος Αβέρωφ έχει πάει να παραλάβει τα περιβόητα Μιράζ. Την ώρα της γιορτής στην Γαλλία, ο Ντε Εστέν πλησιάζει τον Αβέρωφ και του ψιθυρίζει: «Δεν έχω δει ποτέ πιο φίνα γραβάτα!». Ο Αβέρωφ σαστίζει αλλά μετά το τέλος του event του την προσφέρει. Έκτοτε το σχέδιο αυτό υπάρχει πάντα στη συλλογή μας και ονομάζεται Αβέρωφ».
Της ζητώ να θυμηθεί και άλλα περιστατικά και στο μυαλό της έρχεται η Σάρον Στόουν. «Θυμάστε τότε που είχε έρθει στην Ελλάδα. Ήμουν καλεσμένη στην επίδειξη μόδας που ήταν guest γι’ αυτό και βρισκόμουν στο κομμωτήριο όταν χτύπησε το τηλέφωνο και μια υπάλληλος μου είπε με τρεμάμενη φωνή: «Κυρία Μαριάννα, βιαστείτε, η Σάρον είναι στο κατάστημα της οδού Βουκουρεστίου». Είχε λατρεία στις γραβάτες και έκανε συλλογή. Γι΄ αυτό και στο πάρτι που διοργανώθηκε προς τιμήν της το ίδιο βράδυ γύριζε τις γραβάτες των παρευρισκομένων για να δει τη φίρμα. Όσες ήταν Παγώνη τις κρατούσε για τη συλλογή της».
Δεκαετία ’60 στην πλατεία Κολωνακίου. Στον οίκο «Παγώνη» μπαίνει βιαστικός ο Αντώνης Μπενάκης προκειμένου να διαλέξει μια σκουρόχρωμη γραβάτα. Με λίγα δευτερόλεπτα διαφορά εισέρχεται φουριόζος και ο Αριστοτέλης Ωνάσης. Οι πωλήτριες σαστίζουν καθώς δεν ξέρουν ποιον να πρωτοεξυπηρετήσουν. Ο Ωνάσης αναλαμβάνει πρωτοβουλία και λύνει το πρόβλημα: «Κυρία μου», λέει με το χαρακτηριστικό φασαριόζικο στυλ του. «Να εξυπηρετήσετε πρώτα απ΄ όλα τον εθνικό μας ευεργέτη. Εγώ διαλέγω και μόνος μου».
Αυτοί δεν ήταν οι μοναδικοί επώνυμοι πελάτες του καταστήματος «Παγώνη». Ο δαιμόνιος επιχειρηματίας Νίκος Παγώνης φέρνοντας πουκάμισα και γραβάτες από την Ελβετία, την Αυστρία και το Παρίσι, είχε καταφέρει να συγκεντρώσει το αγοραστικό ενδιαφέρον της εγχώριας crème de la crème. Δίπλα δε στο κατάστημα με τις γραβάτες διατηρεί δύο ακόμη πετυχημένες επιχειρήσεις: Eνα κουρείο και ένα μεσιτικό γραφείο του ιδίου. Όλη η αριστοκρατία της εποχής φτιάχνει την κόμη του, προμηθεύεται πουκάμισα και αγοράζει τα καλύτερα φιλέτα της περιοχής. Οι γνωριμίες της οικογένειας Παγώνη ξεκινούν από τους μεγαλοεπιχειρηματίες της εποχής και φτάνουν μέχρι τα ανάκτορα.
Ο γιος του ιδρυτή Τάσος Παγώνης λάτρεψε τη γραβάτα όσο και ο πατέρας του. Τον χειμώνα του ’33 λανσάρει τη μόδα με τις υφαντές γραβάτες στον αργαλειό. Την οικογενειακή παράδοση θα συνεχίσει στην οδό Φιλελλήνων.
«Στο κατάστημά μας γινόταν πάντα το αδιαχώρητο» θυμάται σήμερα η κόρη του, Μαριάννα Παγώνη. «Όταν βγάλαμε τις υφαντές γραβάτες που ήταν μια παγκόσμια πατέντα ακόμη και οι μεγάλοι οίκοι μόδας της εποχής σάστισαν. Αργότερα μας μιμήθηκαν λανσάροντας τις μάλλινες γραβάτες για πιο σπορ εμφανίσεις. Ως παιδί δεν ξέρω ποιον να πρωτοθυμηθώ. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ήξερε πάντα τι ήθελε. Φορούσε μόνο γραβάτες μας γι΄αυτό και όταν έφυγε στο Παρίσι έστελνε τον αδελφό του να του τις αγοράσει από εμάς για να του τις στείλει. Αξέχαστος θα μου μείνει εξάλλου και ο Γιώργος Ζαμπέτας. Ήταν πάντα πεντακάθαρος, κολλαριστός και μύριζε κολόνια. Γνωρίστηκε με τον πατέρα μου στο μαγαζί όπου τραγουδούσε. Κάποιο βράδυ πάει στον Ζαμπέτα και πάνω στο κέφι βγάζει τη γραβάτα και του την προσφέρει.
«Με τιμάτε αλλά δεν θα την πάρω» απάντησε ο Ζαμπέτας. «Θα έρθω ο ίδιος αύριο στο κατάστημά σας για να την αγοράσω. Η φιλία του Ζαμπέτα με τον πατέρα μου κράτησε πάνω από σαράντα χρόνια. Τρεις φορές την εβδομάδα ο Ζαμπέτας ήταν στον οίκο μας και τι έκανε; Περνούσε πίσω από τον πάγκο και πουλούσε γραβάτες στον κόσμο. «Αν με αγαπάτε αφήστε με να το κάνω» μας έλεγε. «J’ aime το νταλαβέρι με τον κόσμο». Πριν λίγα χρόνια ο οίκος Pagoni έντυσε με γραβάτες και μαντήλια το προσωπικό του μουσείου του Λούβρου ενώ οι λάτρεις της τέχνης γνωρίζουν ότι ο διάσημος εικαστικός Pavlos εμπνεύστηκε τις γραβάτες από τις βιτρίνες του καταστήματός του.